- ἀνάληψιν
- ἀνάληψιςtaking upfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διάδοχος — (5ος αι. μ.Χ.). Επίσκοπος Φωτικής (451 458), παλαιάς πόλης της Ηπείρου, κοντά στη σημερινή Παραμυθιά. Ασχολήθηκε και με τη συγγραφή βιβλίων. Το έργο του Κεφάλαια γνωστικά εκατόν επέδρασε πολύ στους μεταγενέστερους. Άλλα έργα του είναι: Όρασις και … Dictionary of Greek
επισωζομένη — ἐπισωζομένη, ἡ (Α) 1. η Ανάληψη, η μέρα τής Αναλήψεως τού Κυρίου («εἰς τήν... ἀνάληψιν τὴν λεγομένην τῷ ἐπιχωρίῳ τῶν Καππαδόκων ἔθει τὴν ἐπισωζομένην, Γρηγ. Νύσσ.) 2. πιθ. η προ τής Αναλήψεως Κυριακή ή η πέμπτη Κυριακή τών Νηστειών (Ιωάνν. Χρυσ.) … Dictionary of Greek